Παρακάτω θα σας παρουσιάσουμε κάποια από είδη φυτών τα οποία υπάρχουν και σας δίνεται η δυνατότητα να συναντήσετε στην Βλάστη
Τα στρουμπούλια
«Πολυξεχασμένα» και αραιά, κυρίως στα ερείπια παλαιών οικοδομών θα δείτε κάποια ποώδη ετήσια μεγάλα φυτά, που στον κορμό και στα φύλλα τους μοιάζουν με τον ηλίανθο (ηλιόσπορο), κάπως μικρότερα, ειδικά στο άνω κίτρινο άνθος τους.
Αν σκάψετε στις ρίζες τους θα βρείτε πολλούς στρογγυλούς και συνήθως ακανόνιστους βολβούς (ή κόνδυλους) όπως οι στενόμακρες ακανόνιστες μικρές πατάτες, που για τους αρχαίους Έλληνες ήταν τα πολυχορταστικά και ωφέλιμα «γογγύλια».
Αυτοί οι καρποί, ετησίως και σταθερά κάτω από τη γη, τρώγονται ωμοί, ως «φαγητό και φρούτο» μαζί, μετά μανίας μάλιστα.
Υπήρχαν από αιώνες και σε όλες τις αυλές (Δίπλα από την μεγάλη αυλή του Βρανάκειου Σχολείου και μέσα στην αυλή της παρακείμενης οικίας Τζήκα), πρώτα ως καλωπιστικά φυτά και μετά ως απλό και πρόχειρο… «γεύμα».
Μία από τις τοπικές σοφίες της Βλάστης και ευρύτερα λέγει: «Είδες μέρα καλή, βάλτην στο σακί»! (Την διασφάλιση της διατροφής)
Οι «ξυνήθρες»
Αυτοφυές φυτό, με μακρόστενα μυτερά φύλλα, που με τα τρυφερά βλαστάρια τους τρώγονται ως «δροσιστικά», ωμά και επί τόπου, με ελαφρώς ξυνή γεύση. Φυτρώνουν παντού και τα κάτω πρώτα φύλλα τους διατηρούνται, από το τέλος του χειμώνα μέχρι την αρχή του. Η φύση μας αποδεικνύει τις δύο μόνον πραγματικές εποχές της, όπως και στην αρχαιότητα, ενώ οι άλλες δύο, στην πράξη και στην ουσία, είναι… «ποιητικές»!
Στις κορυφές των κορμών τους και όταν ωριμάζουν κρατούν πολλούς σπόρους για φύτευση και καλλιέργειά τους σε κήπους. Μεταφυτεύονται επίσης εύκολα και είναι πολυετή φυτά.
Με τα αποξηραμένα φύλλα τους έκαναν οι νοικοκυρές νόστιμες σούπες και ιδιαίτερα τις παραδοσιακές ξυνηθρόπιτες, κατά τις μεγάλες νηστείες, με καρύδια στο κάτω χονδρό φύλλο τους.
Περιέχουν πολλά ωφέλιμα συστατικά, που γνώριζαν και δίδασκαν οι αρχαίοι βοτανολόγοι συγγραφείς με τον γενικό κανόνα τους ότι τα αγαθά της γης που έχουν μεσαία «στυφή, ξυνή και καυτερή γεύση ωφελούν», ενώ τα ακραία «γλυκά, πικρά και αλμυρά» βλάπτουν.
Επέλεγαν και στις γεύσεις την μεσότητα (Αρετή) και δίδασκαν το «παν μέτρον άριστον» (Ηθική).
Αντίθετα με τις «ξυνήθρες», τα «μπουμπούκια» των λιβαδιών της Βλάστης, που και αυτά τα προανέφερα, είχαν ελαφρώς γλυκιά γεύση, όταν τρώγονταν ωμά και επί τόπου, με προτίμησή τους από τα παιδιά, που έτσι είχαν και το «Νέκταρ» και την «Αμβροσία» τους.
Κατά συνήθεια και αλληλοδιδαχή γενεών, αγόρια και κορίτσια της Βλάστης, έκαναν ότι κάνουν οι μέλισσες στην φύση και με τους εξής τρόπους:
Επέλεγαν άνθη με το στενό-μακρύ λαιμό τους (όπως το χωνί) και αφού τα έκοβαν, ρουφούσαν από το «χωνάκι» το Νέκταρ του λουλουδιού. Ήταν διακριτικά γλυκό και αρωματικό το λίγο περιεχόμενό του. Από άνθος σε άνθος όμως απολάμβαναν μικροποσότητες φυσικού Νέκταρος!
Τα χαμοκέρασα
Είναι άγριες φράουλες, πεντανόστιμες και κατακόκκινες, που φύονται σε όλα τα σκιερά εδάφη της Βλάστης και συνήθως ανάμεσα σε φτέρες. Ήταν και παραμένει η «αδυναμία» μικρών και μεγάλων.
Το φυσικό και γευστικότατο αυτό αγαθό υπάρχει και προσφέρεται δωρεάν σε κάθε επισκέπτη και φυσιολάτρη από Μάϊο μέχρι Αύγουστο.
Αναζητείστε το «γκουρμέ» αυτό φυσικό φρούτο και θα γίνετε πιστότατοι… προσκυνητές του!
Οι «γκάζτες» – κρόκος
Είναι αυτοφυές πανάρχαιο ελληνικό φυτό (άγριος κρόκος) με υπόγειο στρογγυλό βολβό και γεύση προς το στυφό και ελαφρώς καυτερό, δύο ποικιλιών, με κίτρινο και μπλε χρώμα του άνθους. Φυτρώνει δύο φορές κάθε χρόνο, μία νωρίς, ακόμη και κάτω από χιόνια και μία αργά πριν έρθουν τα νέα χιόνια.
Σε αντίθεση με την πανάρχαιη γνωστή συλλογή των στιγμάτων λουλουδιών τού καλλιεργούμενου τώρα στην περιοχή τού οικισμού Κρόκου Κοζάνης, που είναι και η καλύτερη ζαφορά του κόσμου («χρυσάφι της ελληνικής γης», λέγεται και είναι) στην Βλάστη και από αιώνες τρώγεται ωμός ο βολβός και δηλαδή το μέρος που τροφοδοτεί το άνθος, αλλά δεν συλλέγεται το πολυχρήσιμο μέρος του άνθους του.
Τα βατόμουρα
Στις τεράστιες εκτάσεις αυτοφυών βατομουριών, δύο ποικιλιών, την πολυαγκαθωτή, φουντωτή και αναρριχώμενη, μαύρου ώριμου καρπού και την έρπουσα χαμηλή, ξανθού ώριμου καρπού, «παραστρατούσαν» όλοι οι διαβάτες, μην αντέχοντας στην πρόκληση-πρόσκληση των τσαμπιών βατόμουρων και αληθή Αμβροσία.
Τα Μπράγκανα (Κράταιγος)
Αυτοφυές με λευκά μικρά άνθη, προς το γκρι χρώμα φύλλα και κλώνους του, κόκκινους καρπούς και πολλά μυτερά αγκάθια του και αυτά που «κρατούν τις αίγες (γίδες) μακριά», κατά την αρχαιοελληνική ονομασία του ως κράταιγος. Στην χώρα μας είναι γνωστό με διάφορες ονομασίες, ως εκ του επιβληθέντος αφελληνισμού μας και στην Βλάστη, όπως και σε άλλα μέρη και ειδικά στην Ήπειρο, λέγεται Μπράγκανο ο καρπός και Μπραγκανιά το δενδρώδες φυτό.
Από την εποχή του Ιπποκράτη μέχρι και την εποχή του εξειδικευμένου Φαρμακοποιού-Βοτανολόγου Διοσκουρίδη (1ος π.Χ. αιώνας), αλλά και μετέπειτα «επισημοποιημένα», θεωρούνταν το μοναδικό φάρμακο για τις παθήσεις της καρδιάς γενικά (κυκλοφορικό, αγγεία, πίεση κ.λπ., με χρήση των ανθέων, φύλλων και καρπών του.
Δένδρα και μέχρι αραιά Δάση αυτοφυούς Κράταιγου έχει η Βλάστη και κάθε άλλη ορεινή περιοχή της χώρας μας. Και τα έχει με νόμους, διατάξεις, άρθρα, παραγράφους και εδάφια αυστηρής προστασίας, μέχρι μη εγγίσεως φύλλου και κλώνου των, έστω και αν είναι πολύτιμα φάρμακα για τον Έλληνα στερούμενο φαρμάκων και θησαυρός για τα πάντα άδεια κρατικά και κοινωνικά ταμεία. Έστω και αν έχει δάνεια, ανέργους και έρημες ορεινές περιοχές.
Ομολογώ ότι δεν είμαι βέβαιος για το ποιος τελικά προστατεύεται δια της προστασίας των φυσικών φαρμακευτικών βοτάνων (να μένουν αναξιοποίητα και να σαπίζουν ετησίως δηλαδή) στην Ελλάδα των προστατών, αλλά μη προστατευόμενων πολιτών της.
Υπέρ των Ελλήνων πολιτών είναι αυτές οι αυστηρές προστασίες ή μήπως υπέρ των εισαγωγέων φαρμάκων Κράταιγου, ας πούμε, άλλων χωρών και των εκεί εργοστασίων, των γνωστών «μιζών»; Μήπως και εδώ έχουμε «ιστορίες για αρκούδες», όπως προανέφερα; Και μάλλον αυτό συμβαίνει αν κρίνω από το ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για τον Κράταιγο των αυτών και ίδιων «φάντερς», επειδή και όπως άκουσα «θα βοηθά την καρδιά των μηχανών το βιοντήζελ του»!
Απλές και μη επιστημονικές σκέψεις και στοχασμούς εκφράζω για την υγεία και προστασία των απροστάτευτων και ακάλυπτων, οικονομικά και υγειονομικά Ελλήνων, μέχρι και των μόνιμα ακάλυπτων Δημόσιων και Κοινωνικών Ταμείων, της ίδιας και αυτής μαύρης τρύπας, που για να μην την βλέπουμε μας παραπέμπουν σε άλλες και ουράνιες (που ούτε και αυτές τις βλέπουμε).
Το μόνο βέβαιο πάντως είναι ότι –προς το παρόν τουλάχιστο- ο Κράταιγος στην Ελλάδα έχει πολλά… αγκάθια!
Δεν γνωρίζω αν τα έχει και αλλού, όπου γίνεται ανάρπαστο και πολυκερδοφόρο φάρμακο, με νεότερες προοπτικές χρήσης του.
Το τσάϊ βουνού
Βοτανολόγος από την Γερμανία αναφέρει ότι το ελληνικό τσάϊ, με την αρχαιοελληνική ονομασία «Σιδερίτης» δεν είναι απλά μόνον ρόφημα, αλλά από μακρού χρόνου είναι φυσικό φάρμακο και από τα καλύτερα και πολυχρησιμότερα. Εξήγησε ότι «φορτηγά οχήματα ελληνικού σιδερίτη καταλήγουν στην Γερμανία και σε φαρμοκοβιομηχανίες, όχι για τα πολύ φθηνά ροφήματα, αλλά για τα πανάκριβα φάρμακα με πρώτα αυτά για την νεότερη ασθένεια, που λέγεται Αλτσχάϊμερ!».
Οι «Τούρτες»
Είναι ευδιάκριτο ετήσιο και αυτοφυές φυτό, στρογγυλό και πολύ χαμηλό, με τα πρώτα μεγάλα και στενόμακρα φύλλα να καταλήγουν σε μυτερά πικρά αγκάθια και με πολλές άλλες σειρές μικρότερων κυκλικών φύλλων του, πάντα με αγκάθια, μέχρι τον κλειστό «ψωμένιο» καρπό του, πάνω από τον οποίο αναπτύσσεται μεγάλο άνθος του, που γίνεται «τριχωτό» σαν βούρτσα και μοιάζει με το άνθος του ηλίανθου, όπως μπορείτε να βεβαιωθείτε από την παραπάνω φωτογραφία, του φυσιολάτρη και παθιασμένου με την πατρίδα του Βλάστη, Γιατρού, Κώστα Τζιόλα.
Αυτή η πολυάριθμη φυσική «τούρτα», ξεριζώνεται, καθαρίζεται υπομονετικά και με προσοχή από τα κυκλικά αγκαθωτά φύλλα της, κόβεται κάθετα η πάνω «βούρτσα» του άνθους της και απομένει ο τραγανός καρπός, που μοιάζει κάπως προς τον εισαγόμενο Ανανά. Πρέπει να κόβεται έγκαιρα και όταν είναι ανθισμένο και καλοσχηματισμένο (ψωμωμένο) το φυτό, επειδή μετά αποκτά ξυλώδη μορφή και δεν τρώγεται.
Όρχις (ορχιδέα) ή σαλέπι
ή σερνικοβότανο
Ίσως και μικρές ή μεγάλες τρούφες, παγκοσμίως ανάρπαστες και πανάκριβες.
Η νεότερη, λοιπόν, ονομασία τού, καλώς γνωστού στην αρχαιότητα, φυτού Όρχις
Η ονομασία ως «σαλέπι», είναι Ασιατική.
Οι παλαιότεροι θα θυμούνται ίσως τους αμέτρητους πωλητές ζεστού ροφήματος σαλεπιού κάθε πρωί, με ένα δοχείο φορτωμένο στην πλάτη τους, που έγερναν και χυνόταν το, τότε ανάρπαστο, ρόφημα σε κυπελάκια.
Αδιάφορα αν ήταν ζεστό ή κρύο, οι τότε καταναλωτές γνώριζαν ότι είναι «θερμαντικό», δηλαδή ότι τονώνει και θερμαίνει τον οργανισμό του ανθρώπου, ενώ αντίθετα υπάρχουν άλλα βότανα που λέγονται «ψυχρά», επειδή δροσίζουν τον οργανισμό, όπως θεωρούνται τα γνωστά μας «αναψυκτικά».
Τα Μανιτάρια της Βλάστης
Κάθε Άνοιξη και Φθινόπωρο κατά εκατοντάδες είναι οι κατ’ ιδίαν και ομαδικώς «εξορμήσεις» στην φύση ειδικών, αλλά και ανειδίκευτων, ημερησίως, για την συλλογή των Μανιταριών, μέχρι και των «ζουρλομάνταρων».
Οι τεράστιες «βασιλομάνταρες» και τα μικρότερα «καλογραιάκια» μαζί με τα «άγνωστα» πλέον «χτένια», ήταν μία βασική πηγή διατροφής των κατοίκων, χειμώνα-καλοκαίρι, ως νωπά ή αποξηραμένα, με πολλούς τρόπους μαγειρέματος και με πλέον απλό και εύκολο, το «τζάμα».
Τα θεωρούσαν ως σχεδόν ίσης θρεπτικής αξίας με το κρέας και όλοι τους ήταν ειδικοί και γνώστες για την αποφυγή των δηλητηριωδών, που πάντα αφθονούσαν και αυτά, όπως και συνεχίζουν.
Η γεύση και ωφελιμότητα των φυσικών είναι πράγματι ασυναγώνιστη και μοναδική, όπως μπορεί να βεβαιωθεί κάθε ενδιαφερόμενος από τα φυσικά Μανιτάρια Γρεβενών και Βοΐου.
Πηγή – Βιβλιογραφία
Τα φυσικά πλούτη και η κληρονομιά της Βλάστης – Μελά Κ. Γιαννιώτη